τοιχοκολλητής

τοιχοκολλητής
ο, Ν
αυτός που τοιχοκολλά διαφημίσεις, αγγελίες ή αφίσες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τοιχοκολλώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Ακρόπολις].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • τοιχοκολλητής — ο αυτός που κάνει τοιχοκολλήσεις …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ρίτσος, Γιάννης — (Μονεμβασία 1909 – 1990). Ποιητής. Φοίτησε στο δημοτικό της γενέτειράς του και τελείωσε το γυμνάσιο στο Γύθειο. Το 1926, έπειτα από σύντομη διαμονή στην Αθήνα, γύρισε στη Μονεμβασία. Λόγοι υγείας όμως τον ανάγκασαν να καταφύγει σε διάφορα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”